καταστατικώς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καταστατικώς < καταστατικός + -ώς

Επίρρημα[επεξεργασία]

καταστατικώς

Μεταφράσεις[επεξεργασία]