κατασχάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κατασχάζω < μεσαιωνική ελληνική κατα-σχάζω

Ρήμα[επεξεργασία]

κατασχάζω

Μεταφράσεις[επεξεργασία]