κατηγοριοποιήσει

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

κατηγοριοποιήσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος κατηγοριοποιώ
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κατηγοριοποιώ
  3. θα κατηγοριοποιήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κατηγοριοποιώ