κορεσμένη ένωση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κορεσμένη ένωση < → δείτε τις λέξεις κορεσμένη και ένωση

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

κορεσμένη ένωση θηλυκό

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]