λυπηρῶς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λυπηρῶς < λυπηρ(ός) + -ῶς

Επίρρημα[επεξεργασία]

λυπηρῶς

Πηγές[επεξεργασία]