μανιατό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μανιατό < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μανιατό ουδέτερο
- γενική ονομασία για γεννήτρια που χρησιμοποιεί σταθερούς μαγνήτες και περιστροφική κίνηση για να παράγει εναλλασσόμενο ρεύμα