μαορί
(Ανακατεύθυνση από μαόρι)
Πήδηση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
![]() |
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μαορί < από τη λέξη της γλώσσας μαορί māori (= κοινός, κανονικός).
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μαορί άκλιτο (και μάορι και μαόρι, πιο σωστά προφέρεται ως μαάορι)
- Η γλώσσα των ιθαγενών Μαορί (γνωστή ως Māori ή Te Reo Māori ή Te Reo). Είναι μία από τις τρεις επίσημες γλώσσες της Νέας Ζηλανδίας. Ανήκει στην ανατολική πολυνησιακή γλωσσική ομάδα και έχει στενή συγγενική σχέση με τα μαορί των Νήσων Κουκ και τα ταϊτιανά.
Δείτε επίσης [επεξεργασία]
-
Μαορί γλώσσα στη Βικιπαίδεια