μεταμοσχεύομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεταμοσχεύομαι < παθητική φωνή του ρήματος μεταμοσχεύω

Ρήμα[επεξεργασία]

μεταμοσχεύομαι

→ δείτε τη λέξη μεταμοσχεύω