νεφριαίοι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

νεφριαίοι

  1. νεφριαίος, στην ονομαστική του πληθυντικού
  2. νεφριαίος, στην κλητική του πληθυντικού