νικάομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νικάομαι < → δείτε τις λέξεις νίκη και -ομαι, μέση φωνή του νικάω - νικῶ

Ρήμα[επεξεργασία]

νικάομαι - νικῶμαι (συνηρημένο)

  1. χάνω μάχη, νικιέμαι
  2. υποτάσσομαι

Σημειώσεις[επεξεργασία]