ντεμπαρασάζ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ντεμπαρασάζ < γαλλική débarrassage

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ντεμπαρασάζ ουδέτερο άκλιτο

  1. η απομάκρυνση των σερβίτσιων από το τραπέζι, μετά από τη χρήση τους
    ※  Προσωπικό: Σερβιτόροι, Ντεμπαρασάζ, Μετρ, Υποδοχή, Υπεύθυνος (ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΛΟΓΗΣΗΣ 2022, Exo catering, exo.com.gr, ανακτήθηκε στις 16/8/2022 [1])
  2. ο χώρος στον οποίο αποτίθενται τα σερβίτσια μετά την απομάκρυνσή τους από το τραπέζι

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]