ξαναχτυπώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξαναχτυπώ < ξανά + χτυπώ

Ρήμα[επεξεργασία]

ξαναχτυπώ

ξαναχτύπα, δεν νομίζω ότι άκουσε!

Μεταφράσεις[επεξεργασία]