πεδίο θέασης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
πεδίο θέασης ουδέτερο
- (αστρονομία): ο τομέας παρατήρησης ουρανίων αντικειμένων ή φαινομένων
- (στρατιωτικός όρος, ναυτικός όρος) ο τομέας παρατήρησης οπτικών οργάνων που αποδίδεται σε μοίρες π.χ. περισκοπίου,
- το ορατό πεδίο
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πεδίο θέασης
|