ρυθμός θνησιμότητας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ρυθμός θνησιμότητας < → δείτε τις λέξεις ρυθμός και θνησιμότητα

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

ρυθμός θνησιμότητας αρσενικό

  1. (βιολογία), {στατιστική): η εκατοστιαία αναλογία πληθυσμού που πεθαίνει κατ΄ έτος
  2. ο λόγος του αριθμού των θνησκόντων ανά 1000 κατοίκους.

Μεταφράσεις[επεξεργασία]