ρυθμός θνησιμότητας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ρυθμός θνησιμότητας < → δείτε τις λέξεις ρυθμός και θνησιμότητα
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ρυθμός θνησιμότητας αρσενικό
- (βιολογία), {στατιστική): η εκατοστιαία αναλογία πληθυσμού που πεθαίνει κατ΄ έτος
- ο λόγος του αριθμού των θνησκόντων ανά 1000 κατοίκους.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ρυθμός θνησιμότητας
|