σκόλυμπρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σκόλυμπρος < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σκόλυμπρος αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]