τζαμέ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τζαμέ < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα[επεξεργασία]
τζαμέ
- «Μάμα μου παπά μου... να μας προσέχετε που τζαμέ πάνω» [1]
- Θκυό παλληκάρκα ξακουστά
- ισσιώσασιν τζαι πάσιν
- τζαμέ που γεννηθήκασιν
- στο ωραίον το Καρπάσιν. (Μαργαρίτα Χριστοδούλου, Περιφερειακό Γυμνάσιο Ξυλοφάγου, Σχολική χρονιά: 2014-2015 [2])
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τζαμέ
|