τσίτος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Τσίτος

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τσίτος < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τσίτος αρσενικό

  • κριθαράκι ματιού
    ※  17ος αιώνας Μάρκος-Αντωνίος Φώσκολος, Φορτουνάτος, έμμετρη κωμωδία, Πράξη Γ', στίχ. 183 @anemi.lib.uoc.gr
    Τσίτους καὶ λάρια ἀγιάτρευτα νὰ βγάλῃς εἰς τὰ μάτια,
    Φώσκολος, Μάρκος Αντώνιος,1597-1662, Φορτουνάτος :Κωμωδία ανέκδοτος /Μάρκου Αντωνίου Φώσκολου, το πρώτον εκ του αυτόγραφου του ποιητού εκδιδομένη υπό Στεφ. Ξανθουδίδου, εκδόσεις: ¨Ελευθερουδάκης¨, Αθήνα 1922, σελ. 98 & 261.

Κλιτικοί τύποι[επεξεργασία]