τυρόγαλον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: τυρόγαλο, τυρόγαλα

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τυρόγαλον < τυρό- + γάλ(α) + -ον

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τυρόγαλον ουδέτερο

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]