φιλονικέω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φιλονικέω παρασύνθετο του φιλόνικος

Ρήμα[επεξεργασία]

φιλονικέω - φιλονικῶ (συνηρημένο)

  1. αγαπώ έντονα τις φιλονικίες
  2. αγαπώ τις νίκες, αλλά και τις έριδες
  3. διαπληκτίζομαι

Παράγωγα[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • το ρήμα φιλονικέω αναφέρεται από τον Θουκυδίδη (5, 43)