χρυσόβιβλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]χρυσόβιβλος θηλυκό
- το χρυσό βιβλίο, το ντυμένο με δέρμα και χρυσά γράμματα
- η Χρυσή Βίβλος των ευγενών στη Βενετίά
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] χρυσόβιβλος
|