двері
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ουκρανικά
(uk)
[
επεξεργασία
]
Προφορά
[
επεξεργασία
]
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
двері
(uk)
θηλυκό
,
πληθυντικός
πόρτα
Κατηγορίες
:
Λήμματα με ήχο στην προφορά (ουκρανικά)
Ουκρανική γλώσσα
Ουσιαστικά (ουκρανικά)
Κρυμμένη κατηγορία:
Pages using the Phonos extension
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
Azərbaycanca
Deutsch
English
Eesti
Euskara
Suomi
Français
Magyar
Ido
Íslenska
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Lietuvių
Malagasy
Occitan
Polski
Português
Русский
Sängö
Slovenščina
Gagana Samoa
Svenska
Türkçe
Українська
中文