дуга
Εμφάνιση
Σερβοκροατικά (sh)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /dǔːɡa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ду‐га
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]дуга (sh) (λατινική γραφή: duga) θηλυκό
- το ουράνιο τόξο
Κλίση
[επεξεργασία] κλίση του дуга
ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | дуга | дуге |
γενική | дуге | дуга |
δοτική | дуги | дугама |
αιτιατική | дугу | дуге |
κλητική | дуго | дуге |
τοπική | дуги | дугама |
οργανική | дугом | дугама |