етимологія

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουκρανικά (uk)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

етимологія (uk) (etimológija) θηλυκό