лисица
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βουλγαρικά (bg)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
лисица (bg)
- θηλυκή αλεπού
Ρωσικά (ru)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
лисица (ru)
Σερβικά (sr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
лисица (sr) (λατινική γραφή: licija) θηλυκό
- η αλεπού