Μετάβαση στο περιεχόμενο

секунда

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

секунда (bg) θηλυκό

  1. το δευτερόλεπτο



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

секунда (uk) θηλυκό

  1. το δευτερόλεπτο



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

секунда (ru) θηλυκό

  1. το δευτερόλεπτο



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

секунда (sr) (λατινική γραφή: sekunda) θηλυκό

  1. το δευτερόλεπτο



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

секунда (mk) θηλυκό

  1. το δευτερόλεπτο