страшиться
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Ρωσικά (ru)
1.1
Ρήμα
1.1.1
Συνώνυμα
1.1.2
Συγγενικά
Ρωσικά
(ru)
[
επεξεργασία
]
Ρήμα
[
επεξεργασία
]
страшиться
(ru)
να φοβάσαι, να
τρέμεις
Συνώνυμα
[
επεξεργασία
]
бояться
,
пугаться
,
опасаться
,
трусить
,
дрейфить
,
робеть
,
трепетать
,
дрожать
,
трястись
Συγγενικά
[
επεξεργασία
]
страх
страшный
страшно
Κατηγορίες
:
Ρωσική γλώσσα
Ρήματα (ρωσικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
English
Magyar
Ido
Kurdî
Limburgs
Malagasy
Русский
Oʻzbekcha / ўзбекча
Tiếng Việt
中文