կիրակի
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρμενικά (hy)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- կիրակի < παλαιά αρμενική կիւրակէ (kiwrakē)
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]կիրակի (hy) (kiraki)
կիրակի (hy) (kiraki)