ἀγροίκως

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἀγροίκως < επίθετο ἄγροικος (χωριάτης, άξεστος)

Επίρρημα

[επεξεργασία]

ἀγροίκως