ἀσκέριν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ασκέρι

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀσκέριν < ἀσκέρ(ι) + -ιν

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἀσκέριν ουδέτερο

Πηγές[επεξεργασία]