ἔσθημα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἔσθημα < ἐσθέω < ἐσθής

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἔσθημα ουδέτερο

  • ένδυμα (στους κλασικούς συγγραφείς απαντάται μόνο στον πληθυντικό)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]