Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ὀρχομενός

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Ορχομενός
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ὀρχομενός
      γενική τοῦ Ὀρχομενοῦ
      δοτική τῷ Ὀρχομεν
    αιτιατική τὸν Ὀρχομενόν
     κλητική ! Ὀρχομενέ
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Ὀρχομενός < ὄρχος  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Ὀρχομενός αρσενικό, μόνο στον ενικό

  1. (ελληνική μυθολογία) δύο επώνυμοι ήρωες, ιδρυτές ομώνυμων πόλεων
  2. δύο αρχαίες ιστορικές πόλεις, μία στη Βοιωτία και μία στην Αρκαδία

Παράγωγα

[επεξεργασία]