ὑψιγέννητος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ὑψιγέννητος < επίρρημα ὕψι + γεννάω

Επίθετο

[επεξεργασία]

ο και η ὑψιγέννητος, το ὑψιγέννητον

  • που γεννήθηκε στα ὕψη