ὕδραυλις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ὕδραυλις

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ὕδραυλις < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ὕδραυλις θηλυκό

  • αρχαιοελληνικό πνευστό όργανο που λειτουργούσε με την πίεση που προκαλούσε το νερό στον αέρα

Δείτε επίσης[επεξεργασία]