𐍃𐍅𐌹𐍃𐍄𐌰𐍂
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γοτθικά (got)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- 𐍃𐍅𐌹𐍃𐍄𐌰𐍂 < πρωτογερμανική *swestēr < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *swésōr. Συγγενές με το αγγλικό sister.
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]𐍃𐍅𐌹𐍃𐍄𐌰𐍂 (swistar) θηλυκό