Μετάβαση στο περιεχόμενο

ALV

Από Βικιλεξικό

Φινλανδικά (fi)

[επεξεργασία]

Συντομομορφή

[επεξεργασία]

ALV (fi) (ArvonLisäVero) άκλιτο αρκτικόλεξο

  • ΦΠΑ, Φόρος Προστιθέμενης Αξίας