Abfahrt
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Abfahrt (de) θηλυκό (πληθυντικός: die Abfahrten)
Abfahrt (de) θηλυκό (πληθυντικός: die Abfahrten)