Faschistin
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /faˈʃɪstɪn/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Fa‐schis‐tin
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Faschistin (de) θηλυκό (αρσενικό Faschist)
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- Faschistin - Duden online.