Isländisch
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Isländisch (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό
![]() |
Isländisch (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό