Kommissar
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Kommissar (de) αρσενικό
- αστυνόμος, διευθυντής αστυνομικού τμήματος