Luftblase
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Luftblase (de) θηλυκό
- η φυσαλίδα
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη Luft
Luftblase (de) θηλυκό