Luftfahrtindustrie
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Luftfahrtindustrie (de) θηλυκό
- (αεροπορικός όρος, οικονομία) η αεροπορική βιομηχανία
Luftfahrtindustrie (de) θηλυκό