Speiseröhre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Speiseröhre (de) θηλυκό (πληθυντικός: die Speiseröhren)
Speiseröhre (de) θηλυκό (πληθυντικός: die Speiseröhren)