Verbrechensbekämpfung
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Verbrechensbekämpfung (de) θηλυκό (πληθυντικός: die Verbrechensbekämpfungen)
- η δίωξη του εγκλήματος
- polizeiliche Maßnahmen für die Verbrechensbekämfpung - αστυνομικά μέτρα για τη δίωξη του εγκλήματος