aceto
Από Βικιλεξικό
Πήδηση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
aceto
(it)
αρσενικό
ξίδι
Κατηγορίες
:
Ουσιαστικά (ιταλικά)
Ιταλική γλώσσα
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Παραλλαγές
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πύλες
Τυχαία σελίδα
συνεισφορά
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Πρόσφατες αλλαγές
Νέες σελίδες
βοήθεια
Βοήθεια
Κατηγορίες
Πρότυπα
Δημιουργία
Δωρεές
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Έκδοση εκτύπωσης
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Άλλες γλώσσες
Azərbaycanca
Čeština
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Español
Français
Galego
Magyar
Հայերեն
Bahasa Indonesia
Ido
Italiano
한국어
Kurdî
Кыргызча
Lietuvių
Malagasy
Norsk
Occitan
Polski
Português
Română
Русский
Slovenčina
Svenska
Тоҷикӣ
ไทย
Tagalog
Türkçe
Oʻzbekcha/ўзбекча
Vèneto
中文