adligo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

adligo < (λατινικά) ad (la) + (λατινικά) ligo (la)

Ρήμα[επεξεργασία]

adligo (la) και alligo (adligō1, adligāvī, adligātum, adligāre)

  • δένω

Κλίση[επεξεργασία]