amikiĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

amikiĝi < amik- + -iĝ- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα amikiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας amikiĝas amikiĝanta amikiĝata
αόριστος amikiĝis amikiĝinta amikiĝita
μέλλοντας amikiĝos amikiĝonta amikiĝota
υποθετική amikiĝus - -
προστακτική amikiĝu - -

amikiĝi (eo)

Άλλες γραφές[επεξεργασία]