arbitrary
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
arbitrary (en)
- που επιλέγεται παρορμητικά, αυτόβουλα επιλεγμένος, αυθαίρετος, τυχαίος