bądź
Εμφάνιση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Σύνδεσμος
[επεξεργασία]bądź (pl)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Σημειώσεις
[επεξεργασία]- θεωρείται πιο επίσημο από τα συνώνυμά του lub, albo
Μόριο
[επεξεργασία]bądź (pl)
- χρησιμοποιείται μετά από αντωνυμίες για να δείξει αοριστία
- νά 'ναι
- kto bądź - όποιος να 'ναι
- μπορεί
- kto bądź - όποιος μπορεί
- είναι δυνατόν
- νά 'ναι
Συνώνυμα
[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]bądź (pl)
- β ενικό πρόσωπο της προστακτικής του ρήματος być
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- bądź co bądź
- w każdym bądź razie: πάντως σε κάθε (σε οποιαδήποτε) περίπτωση