bratanica
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- bratanica < brat
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
bratanica (pl) θηλυκό
- ανιψιά (κόρη του αδελφού)