cavallo
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[
επεξεργασία
]
Προφορά
[
επεξεργασία
]
cavallo
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
cavallo
(it)
αρσενικό
(
ζωολογία
) το
άλογο
Κατηγορίες
:
Ιταλική γλώσσα
Ουσιαστικά (ιταλικά)
Ζωολογία (ιταλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Παραλλαγές
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
συνεισφορά
Δημιουργήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
δείτε
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Afrikaans
Asturianu
Azərbaycanca
Brezhoneg
Català
ᏣᎳᎩ
Corsu
Čeština
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
Euskara
Suomi
Na Vosa Vakaviti
Français
Galego
Hrvatski
Magyar
Հայերեն
Bahasa Indonesia
Ido
Italiano
日本語
한국어
Kurdî
Кыргызча
Lietuvių
Latviešu
Malagasy
Nāhuatl
Nederlands
Norsk
Occitan
Oromoo
Polski
Português
Română
Armãneashti
Русский
Svenska
தமிழ்
ไทย
Türkçe
ئۇيغۇرچە / Uyghurche
Oʻzbekcha/ўзбекча
Vèneto
中文